«Ω ψυχή μου, μην ποθείς την αθάνατη ζωή, αλλά εξάντλησε τα όρια του εφικτού.» — Πίνδαρος
Με αυτή τη μοναδική, δυναμική προσταγή, «Γίνε αυτό που είσαι», ο αρχαίος ποιητής Πίνδαρος συλλαμβάνει το κεντρικό παράδοξο της ανθρώπινης ύπαρξης. Είμαστε παγιδευμένοι ανάμεσα στη φαντασίωση της αιωνιότητας και την πεπερασμένη, επιτακτική πραγματικότητα της ζωής μας. Φαίνεται πως είμαστε τα μόνα πλάσματα που έχουν συνείδηση του τέλους τους, και αυτή η γνώση γεννά δύο θεμελιώδη, αποκλίνοντα μονοπάτια:
Την προσδοκία να υπερβούμε τα όριά μας, να διαφύγουμε από τη φθορά, να γίνουμε κάτι περισσότερο από άνθρωποι—ένα μονοπάτι που οδηγεί στην άρνηση της ανθρώπινης φύσης.
Το θάρρος να τα εξαντλήσουμε, να ζήσουμε πλήρως εντός του δεδομένου ορίου, να εκπληρώσουμε το μέγιστο των δυνατοτήτων μας μέσα στη διάρκεια της ζωής μας—ένα μονοπάτι που οδηγεί στην αυθεντικότητα.
Είναι ο μεγάλος σκοτεινός μύθος του κινηματογράφου, η ιστορία του Δράκουλα, που χρησιμεύει ως η πιο ισχυρή προειδοποίηση ενάντια στο πρώτο μονοπάτι. Ο βρικόλακας είναι η τρομακτική, κυριολεκτική ενσάρκωση της προσδοκίας για αθάνατη ζωή. Αλλά η αληθινή του απήχηση δεν έγκειται στο υπερφυσικό· έγκειται στο ψυχολογικό. Είναι ένας καθρέφτης.
Αναγνωρίζουμε στον Δράκουλα μια σκιά του εαυτού μας, μια ψυχολογική παθολογία. Όλοι κινδυνεύουμε να γίνουμε ένας «μικρόψυχος δράκουλας» όταν αποτυγχάνουμε να ζήσουμε τις δικές μας ζωές, όταν μας λείπει η δύναμη ή η σοφία να κυνηγήσουμε τη δική μας «αγάπη»—την επιθυμία μας, το πεπρωμένο μας, τον προσωπικό μας τέλος, τον προσωπικό μας προορισμό.
Ο Τριπλός Εαυτός: Αγάπη, Σοφία και Δύναμη
Αυτή η αποτυχία να γίνουμε αυτό που είμαστε είναι μια διαστρέβλωση της βαθύτερης φύσης μας. Για να κατανοήσουμε το ανθρώπινο πνεύμα και την υγιή του λειτουργία, μπορούμε να το δούμε ως έναν «τριπλό Εαυτό», μια δυναμική έκφραση τριών αλληλεξαρτώμενων αρχών:
Η Αγάπη (Έρως ή Επιθυμία): Είναι η κινητήρια δύναμη, η εσωτερική φλόγα που ζητά να εκφραστεί και να συνδεθεί. Είναι η ενέργεια της ζωής, το «θέλω».
Η Σοφία (Γνώση και Εμπειρία): Είναι ο οδηγός, η ικανότητα να βλέπουμε την αλήθεια και να κατανοούμε τον κόσμο, να μαθαίνουμε από τις εμπειρίες μας. Είναι ο «χάρτης».
Η Δύναμη (Θάρρος και Τόλμη): Είναι η εκτελεστική αρχή, η ικανότητα να δράσουμε, να ξεπεράσουμε τον φόβο και την αδράνεια. Είναι η «πράξη».
Το να είσαι πλήρως άνθρωπος σημαίνει να ενσωματώνεις και τα τρία σε ισορροπία. Ο βρικόλακας, ωστόσο, είναι αυτό που συμβαίνει όταν αυτό το σύστημα καταρρέει.
Η Παθολογία του Μικρόψυχου Δράκουλα
Ο «μικρόψυχος δράκουλας» είναι η ψυχή που αισθάνεται Αγάπη (Επιθυμία), έχει μια βαθιά ανάγκη ή λαχτάρα, αλλά στερείται της Δύναμης (Θάρρους) να δράσει πάνω σε αυτή την επιθυμία, φοβούμενος την αποτυχία, την κριτική, ή την ίδια τη ζωή. Αυτή η καταπιεσμένη επιθυμία δεν σβήνει απλώς· διαβρώνεται και μεταλλάσσεται.
Αποτυγχάνοντας να ακολουθήσει τη δική του Αγάπη, ο ψυχικός βρικόλακας χάνει τη Σοφία του (την αληθινή γνώση του εαυτού του) και την Δύναμή του (την ικανότητα να δημιουργήσει τη δική του ζωή).
Η μεταμόρφωση της επιθυμίας: Η αρχική υγιής επιθυμία (Αγάπη) γίνεται μια παρασιτική ανάγκη να «πιει» την ενέργεια των άλλων. Αυτός είναι ο ψυχικός βρικόλακας που, αρνούμενος να εξαντλήσει το δικό του «εφικτό» – το δικό του πεδίο δράσης και δημιουργίας – τρέφεται από τη ζωντάνια, τον ενθουσιασμό και τη συναισθηματική ζωή όσων τον περιβάλλουν.
Τακτικές του Δράκουλα: Ο ψυχικός βρικόλακας:
Χειραγωγεί τις επιθυμίες των άλλων ακριβώς επειδή έχει εγκαταλείψει τις δικές του.
Επιδιώκει να μειώσει τη ζωντάνια των άλλων (μέσω της κριτικής, του κυνισμού ή της απαξίωσης) για να μειώσει το χάσμα μεταξύ της δικής του νεκρής κατάστασης και της δικής τους πληρότητας.
Αντλεί «ζωή» (προσοχή, συναισθηματική ένταση, δράμα) από τους άλλους, καθώς δεν παράγει πλέον τη δική του.
Εν τέλει, η ιστορία του Δράκουλα είναι η ιστορία της τραγικής επιλογής: η επιλογή της «αιώνιας ζωής» (της αθανασίας), που στην πραγματικότητα είναι μια «αιώνια μη-ζωή», μια κατάσταση απομόνωσης και πνευματικού θανάτου, επειδή αρνήθηκε να γίνει αυτό που ήταν. Η μόνη πραγματική απάντηση στον φόβο του θανάτου είναι η πλήρης, θαρραλέα εξάντληση της ζωής μας.
Αυτό είναι το σαγηνευτικό, «κοινωνικά αποδεκτό» δέλεαρ της μη-ζωής: μια παθητική ύπαρξη που τροφοδοτείται από τις ζωές των άλλων, μια διαρκής φυγή από το βάρος της ατομικής ευθύνης και της επίπονης διαδικασίας της ωρίμανσης. Είναι η φαντασίωση της αιώνιας συντήρησης χωρίς τον κόπο της δημιουργίας. Αυτή η δυστοπική υπόσχεση παρουσιάστηκε στον Οδυσσέα στο νησί της Καλυψώς, όπου το δέλεαρ του βρικόλακα μεταμφιέζεται σε απόλυτη ομορφιά και χάρη. Προσφέρεται η αθανασία ως εγγύηση ενάντια στην φθορά του χρόνου, η νιότη ως σταθερή κατάσταση απαλλαγμένη από την αλλαγή, η αφθονία χωρίς την ανάγκη προσπάθειας, και η απόλαυση ως συνεχής, αδιατάρακτη εμπειρία—όλα προσφερόμενα χωρίς κόστος ή προϋποθέσεις.
Το να αποδεχόταν ο Οδυσσέας αυτό το δώρο θα σήμαινε την αυτοκαταστροφή της «ψυχής» του, με την έννοια του ενεργού, εξελισσόμενου εαυτού. Θα αντάλλαζε τη δυναμική, επίπονη και γεμάτη νόημα πορεία της ενεργητικής του ωρίμανσης—του να γίνει άνδρας και βασιλιάς—με μια παθητική, αμετάβλητη αιωνιότητα. Θα μετατρεπόταν σε ένα «θείο κατοικίδιο», ένα διακοσμητικό στοιχείο στην αιώνια αυλή μιας θεάς, χάνοντας την ουσία της ανθρώπινης ταυτότητάς του: τη δυνατότητα επιλογής, αγώνα και θνητότητας. Η ζωή του θα ήταν αιώνια, αλλά κενή, ένα αιώνιο τώρα χωρίς παρελθόν ή μέλλον προς κατάκτηση.
Η άρνηση του Οδυσσέα, επομένως, αποτελεί την απόλυτη αποδοχή της προσταγής του Πινδάρου: «Γεννήσου αυτό που είσαι μαθαίνοντας ποιος είσαι». Δεν είναι απλώς μια πράξη πλοκής, αλλά μια βαθιά υπαρξιακή δήλωση. Είναι ο αντί-Δράκουλας, ο ήρωας που επιλέγει την πραγματική, θνητή ύπαρξη με όλο το βάρος και τη δόξα της. Με αυτή την άρνηση, ο Οδυσσέας ενεργοποιεί και ενσωματώνει τον πλήρη, τριπλό Εαυτό του, την τριάδα που ορίζει την ολοκληρωμένη ανθρώπινη εμπειρία:
Επιλογή της αληθινής Αγάπης αντί της κενής Απόλαυσης:
Απορρίπτει την αιώνια, εγωκεντρική και άγονη ηδονή της Καλυψώς, η οποία είναι μια αγάπη χωρίς αμοιβαιότητα και πρόκληση.
Επιλέγει την Πηνελόπη και την Ιθάκη, οι οποίες αντιπροσωπεύουν τη δέσμευση, το νόημα που κερδίζεται μέσω της θυσίας, την κοινωνική ευθύνη και την προσωπική ιστορία. Η αγάπη του για την Πηνελόπη είναι η ρίζα που δίνει νόημα στην περιπέτειά του και σκοπό στην επιστροφή του.
Εύρεση της Δύναμης (Θάρρους) μέσω της Επιλογής της Θνητότητας:
Βρίσκει τη Δύναμη (Θάρρος) να απορρίψει την ασφάλεια της αθανασίας, η οποία είναι η απόλυτη παγίδα του φόβου της απώλειας.
Επιλέγει συνειδητά τον αγώνα, τα γηρατειά και έναν θνητό θάνατο. Αυτό το «Ναι» στον θάνατο είναι το «Ναι» στη ζωή. Με την αποδοχή της θνητότητας, δίνει αξία σε κάθε στιγμή, μετατρέποντας τη ζωή του από μια άμορφη αιωνιότητα σε μια πεπερασμένη πορεία με κορυφές και ορόσημα. Η πραγματική δύναμη βρίσκεται στην ανάληψη του ρίσκου της πεπερασμένης ύπαρξης.
Δράση με Σοφία (Βιωματική Γνώση):
Δρα με Σοφία που δεν είναι θεωρητική, αλλά αποκτημένη βιωματικά μέσα από τα ταξίδια και τις δοκιμασίες του.
Γνωρίζει πλέον, με βαθιά, εσωτερική βεβαιότητα, ότι μια πεπερασμένη ζωή με νόημα και σκοπό (όπως αυτή που τον περιμένει στην Ιθάκη) είναι απείρως πιο πολύτιμη από μια αιώνια ύπαρξη χωρίς αυτό—δηλαδή, μια ζωή που είναι απλώς χρονική συνέχεια χωρίς ουσιαστική εξέλιξη. Η Σοφία του έγκειται στην ικανότητά του να ιεραρχεί το Ποιόν πάνω από το Πόσον της ύπαρξης.
Ο Δράκουλας: Η Τραγωδία του Κατακερματισμένου Εαυτού
Ο Δράκουλας είναι το ακριβώς αντίθετο. Είναι αυτός που αποτυγχάνει παταγωδώς σε αυτή τη δοκιμασία της ολοκλήρωσης του εαυτού. Η ιστορία του είναι η τραγωδία ενός κατακερματισμένου εαυτού, ενός ατόμου που υπέστη τη διάσπαση της τριάδας Αγάπη-Δύναμη-Σοφία.
Ορίζεται αρχικά από μια βαθιά Αγάπη για τη χαμένη του γυναίκα, μια αγάπη που μετατρέπεται σε καταναλωτική θλίψη και εμμονή. Αντί να επιλέξει να επεξεργαστεί τη θλίψη του και να βρει ένα νέο νόημα, αρπάζει τη Δύναμη (την αθανασία του βρικόλακα) με τον μοναδικό σκοπό να συντηρήσει αυτή τη θλίψη και τον πόνο του. Η αθανασία του δεν είναι ελευθερία, αλλά μια αιώνια φυλακή του παρελθόντος.
Κάνοντας αυτό, χάνει όλη του τη Σοφία. Η δύναμη που αποκτάται χωρίς σοφία και χωρίς την καθοδήγηση μιας υγιούς αγάπης, είναι καταστροφική. Γίνεται ένα τέρας παγιδευμένο σε έναν φαύλο κύκλο της ανάγκης και της βίας. Η αθανασία του δεν είναι ζωή, αλλά «μη-ζωή», καθώς τρέφεται αιώνια από το «εφικτό» (τις ζωές, το αίμα, τη νιότη των νέων), αλλά ποτέ δεν «εξαντλεί» το δικό του πόνο, τη δική του κατάρα.
Ο Δράκουλας είναι η απόλυτη ενσάρκωση της στασιμότητας. Είναι ένας αιώνιος επαναλαμβανόμενος θάνατος. Για πάντα ανίκανος να ολοκληρώσει την ανθρώπινη διαδρομή του—να αποδεχτεί την απώλεια, να συμφιλιωθεί με τη θνητότητα και να ωριμάσει. Παραμένει αιώνια ο ίδιος, παγιδευμένος στο τραύμα του, μια τραγική φιγούρα που αντικατοπτρίζει το δέλεαρ της παράτασης της ύπαρξης με κάθε κόστος, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει την απώλεια της ψυχής. Η επιλογή του Οδυσσέα είναι η επιλογή της ύπαρξης. Η επιλογή του Δράκουλα είναι η επιλογή της διατήρησης της ανύπαρκτης ζωής.
Η σοφία που αντλούμε από τον Πίνδαρο δεν είναι ένα μελαγχολικό μοιρολόγι για τη ρευστή και πεπερασμένη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης. Αντιθέτως, λειτουργεί ως μια ζωηρή, επιτακτική προτροπή: να μη βιώσουμε τη θνητότητά μας ως κατάρα, αλλά ως το απαραίτητο πλαίσιο για την ίδια μας τη μεγαλοσύνη. Είναι το αντηχούμενο κάλεσμα, η κλαγγή της ασπίδας που ωθεί τον ήρωα, τον άνθρωπο στην κυριολεξία, σε αποφασιστική και ολοκληρωτική δράση.
Το να επιδιώκει κανείς να είναι πλήρως και βαθιά ανθρώπινος δεν σημαίνει να αναζητά μιαν αδρανή, διατηρημένη ύπαρξη, αποστειρωμένη από τον κίνδυνο και τη φθορά. Σημαίνει να αγκαλιάζεις το θάρρος να δαπανηθείς, να αδειάσεις τον εαυτό σου, να καταναλωθείς πλήρως στην υπηρεσία ενός σκοπού, μιας αγάπης, μιας δημιουργίας. Αυτή η επιλογή είναι η συνειδητή απόφαση να διαβείς το δύσκολο, γεμάτο δοκιμασίες, ατελές και αναπόφευκτα πεπερασμένο ταξίδι του Οδυσσέα—μια ζωή γεμάτη περιπλάνηση, πόνο, και την τελική επιστροφή, γνωρίζοντας πως κάθε στιγμή είναι μετρημένη.
Αυτή η πορεία αντιπαρατίθεται στην ψυχρή, άψυχη, παθητική αιωνιότητα του βρικόλακα—μια ύπαρξη που διαρκεί επ' άπειρον, αλλά στερείται ουσίας, πάθους και της πραγματικής ζεστασιάς της ζωής. Ο βρικόλακας επιβιώνει· ο Οδυσσέας ζει.
Διότι, τελικά, η βαθύτερη αλήθεια για το ποιοι είμαστε, ο πυρήνας της ταυτότητάς μας, δεν αποκαλύπτεται μέσα από μια ατελεύτητη παράταση του χρόνου. Δεν θα βρούμε τη σοφία ζώντας για πάντα. Τη βρίσκουμε μέσα από τη γενναία, ασυμβίβαστη εξάντληση, μέσα από την πλήρη και συνειδητή υπέρβαση των ορίων του εφικτού που μας έχουν δοθεί. Η ζωή, ως πράξη, έχει νόημα όχι λόγω της διάρκειάς της, αλλά λόγω της έντασης και της πληρότητας με την οποία την καταναλώνουμε. Η θνητότητα, τελικά, είναι η πηγή της αξίας μας.